Πλατώνι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πλατώνι
Αρσενικό πλατώνι
Αρσενικό πλατώνι
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla)
Οικογένεια: Ελαφίδες (Cervidae)
Υποοικογένεια: Ελαφίνες (Cervinae)
Γένος: Δάμα (Dama)
Είδος: Dama dama
Διώνυμο
Dama dama (Δάμα η κοινή)
Linnaeus, 1758

Εξάπλωση του πλατωνιού
1: Ιθαγενές
2: Πιθανόν ιθαγενές
3: Νέες εισαγωγές και επανεισαγωγές
4: Πρόσφατες εισαγωγές

Το (ευρωπαϊκό) πλατώνι ή έλαφος η πλατύκερος είναι μηρυκαστικό θηλαστικό της οικογένειας των ελαφίδων. Η επιστημονική του ονομασία είναι Dama dama. Είναι ένα από τα τρία είδη ελαφιού της Ελλάδας μαζί με το κόκκινο ελάφι και το ζαρκάδι.

Τάση παγκόσμιου πληθυσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Άγνωστη ?[1]

Συστηματική ταξινόμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πλατώνι ανήκει στο γένος Ντάμα (Dama), το οποίο ανήκει στην οικογένεια Ελαφίδες (Cervidae). Μερικοί ταξινομητές κατατάσσουν το συγγενικό και σπάνιο πλατώνι της Μεσοποταμίας (D. d. mesopotamica) ως υποείδος του πλατωνιού, ενώ κάποιοι ισχυρίζονται πως είναι ξεχωριστό είδος (D. mesopotamica).

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτόχθονο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρκία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Τουρκία είναι η μόνη γνωστή χώρα, η οποία έχει σίγουρα φυσικούς πληθυσμούς (ευρωπαϊκού) πλατωνιού, με συνεχόμενη παρουσία από το Απόγειο της Τελευταίας Παγετώδους Περιόδου, αλλά οι πληθυσμοί εκεί (μαζί με αυτούς του πλατωνιού της Μεσοποταμίας, το οποίο επίσης υπήρχε στη νοτιοανατολική Τουρκία), απειλούνται και έχουν σχεδόν εξαφανισθεί. Το ευρωπαϊκό πλατώνι στη Μικρά Ασία υπέστη σημαντική μείωση του πληθυσμού του, λόγω της εξάπλωσης της γεωργίας (που οδήγησε σε αποδάσωση των δασών χαμηλού υψομέτρου) και του κυνηγιού. Οι πληθυσμοί του Μαρμαρά και του Αιγαίου εξαφανίστηκαν τον 20° αιώνα. Άλλοι άγριοι πληθυσμοί πλατωνιού επιβίωσαν περισσότερο στον Κεραμεικό Κόλπο, στο Εθνικό Πάρκο των Νησιών του Αϊβαλί και στο Adaköy της Μαρμαρίδας, αλλά επίσης φαίνεται να εξαφανίστηκαν πρόσφατα. Πλέον ο τελευταίος άγριος πληθυσμός του είδους επιβιώνει στο Καταφύγιο Θηραμάτων Düzlerçami, στο Όρος Σολυμός, στο Εθνικό Πάρκο Τερμησσού, στη νοτιοδυτική Τουρκία. Ο χώρος είναι περιφραγμένος και έτσι τα ζώα δεν ζουν σε πλήρως άγρια κατάσταση. Αυτός ο μικρός πληθυσμός, είναι γενετικά ξεχωριστός από τα υπόλοιπα πλατώνια.[2][3]

Αυτόχθονο αλλά εξαφανισμένο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νότια Βαλκάνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ηπειρωτική Ελλάδα και κάποια ελληνικά νησιά, όπως η Κέρκυρα, τα Κύθηρα και η Θάσος, τα οποία συνδέονταν με τη στεριά λόγω χαμηλής θαλάσσιας στάθμης ή βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από αυτήν, το πλατώνι ήταν παρόν κατά την Τελευταία Παγετώδη Περίοδο.[4] Υπήρχε η πεποίθηση ότι το είδος αργότερα είχε 'εξαφανισθεί' από την Ελλάδα, για να επιστρέψει κατά τη Νεολιθική.[4] Αντιθέτως, υπολείμματα που έχουν βρεθεί, δείχνουν ότι αν και μειωμένο επιβίωσε σε διάφορες περιοχές της χώρας, όπως η Θεσσαλία, η Πελοπόννησος, και η Στερεά Ελλάδα και στη συνέχεια αυξήθηκε και έγινε κοινό κατά τη Νεολιθική, αλλά κυρίως ανατολικά της Πίνδου και ειδικά στη Μακεδονία και τη Θράκη.[4][5] Κατά τη Νεολιθική και την Εποχή του Χαλκού το είδος επιβίωνε ακόμα στα νησιά της Κέρκυρας και της Θάσου, εμφανίστηκε στην Εύβοια και τη Σάμο και άρχισε να εισάγεται κυρίως από τον άνθρωπο σε άλλα νησιά όπως η Κρήτη, κάποιες από της Κυκλάδες, η Ρόδος, η Χίος, η Λέσβος και οι Σποράδες.[4][6] Υπολείμματα από πρώιμες ιστορικές περιόδους έχουν βρεθεί στην ανατολική Ελλάδα και στα νησιά Θάσος, Χίος, Ρόδος και Κρήτη.[4] Στη Σάμο λίγα πλατώνια επιβίωναν το 1700, ενώ στη Λέσβο εξαφανίστηκαν κατά την ύστερη οθωμανική περίοδο.[5][7] Άγρια πλατώνια επιβίωναν στην ηπειρωτική Ελλάδα, τον 16ο αιώνα στη βορειοανατολική Χαλκιδική, μέχρι τον 19ο αιώνα στην Ευρυτανία, στη Βοιωτία, στην Αιτωλία (Αράκυνθος) στο Βέρμιο και στις δυτικές πλαγιές του Ολύμπου, μέχρι τη δεκαετία του 1910 στη Θεσπρωτία και τα τελευταία άτομα σκοτώθηκαν το 1927 με δεκαετία του 1930 στην Ακαρνανία.[8][9][5][10][11][12][13][14][15][16] Πρόσφατες καταγραφές πλατωνιών σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, οφείλονται σε δραπέτες από αιχμαλωσία και σπανιότερα σε εισαγωγές (όπως στη Λήμνο) ή επανεισαγωγές (όπως στην Όσσα).

Στη Βουλγαρία ο αυτόχθονος πληθυσμός πλατωνιού, πιστεύεται ότι μειώθηκε και εξαφανίστηκε μετά τον 9ο ή το 10ο αιώνα και έγινε επανεισαγωγή του είδους πρόσφατα.[17]

Στην Ανατολική Θράκη, το πλατώνι επιβίωνε κατά τον 19ο αιώνα.[18] Το γεγονός ότι ένα αρσενικό πλατώνι, είχε συλληφθεί στη Θράκη το 1977 και είχε μεταφερθεί στο Düzlerçamı, μπορεί να είναι ενδεικτικό της πιθανής επιβίωσης ενός μικρού πληθυσμού εκεί, κατά την περίοδο εκείνη.[19]

Στην Αλβανία (πιθανώς στο Βουθρωτό), το πλατώνι φαίνεται να ήταν κοινό κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.[20]

Ρόδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πληθυσμός του πλατωνιού της Ρόδου, έχει μικρότερο μέγεθος από τον μέσο όρο της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης και έχει παρόμοιο χρωματισμό αν και έχει μόνο άγριο φαινότυπο, χωρίς μελανιστικά, λευκιστικά ή υποχρωματισμένα, ξανθά άτομα. Το πλατώνι φαίνεται ότι είχε εισαχθεί στη Ρόδο κατά τη Νεολιθική Περίοδο. Παρόλο που τα απολιθώματα του είδους στο νησί φτάνουν στο παρελθόν μόλις μέχρι τη Νεολιθική, ο πληθυσμός αυτός δεν φέρει σημάδια εξημέρωσης και έτσι θα μπορούσε πλέον να χαρακτηρισθεί αυτόχθονος. [21] Το 2005, το ροδίτικο πλατώνι βρέθηκε να είναι γενετικά ξεχωριστό από όλους τους άλλους πληθυσμούς του είδους και έτσι να είναι επείγουσας ανάγκης διατήρησης.[22] Στην είσοδο του λιμανιού της Ρόδου, τα αγάλματα ενός αρσενικού και ενός θηλυκού πλατωνιού, κοσμούν τη θέση που κάποτε, κατά τον μύθο, έστεκε ο Κολοσσός της Ρόδου.[23]

Εισαχθέν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από τη Μικρά Ασία, τα νότια Βαλκάνια και την ιταλική χερσόνησο όπου το πλατώνι ήταν αυτόχθονο, και διάφορες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες άρχισε να εισάγεται κατά ήδη τη ρωμαϊκή περίοδο, το είδος έχει ακόμα εισαχθεί στην Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, στην Αργεντινή, τη Νότια Αφρική, στην Μπιόκο, στα νησιά Σάο Τόμε, τη Μαδαγασκάρη, τον Μαυρίκιο, τη Μαγιότ, τη Ρεϊνιόν, τις Σεϋχέλλες, τις Κομόρες, το Μαρόκο, την Αλγερία, την Τυνησία, το Πράσινο Ακρωτήριο, τον Λίβανο, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ, τα Φώκλαντ και το Περού.[24]


Είδος/υποείδος Περιοχή εξάπλωσης Κατάσταση πληθυσμού Σημειώσεις
D. (d.) mesopotamica Κάποτε σε μεγάλο τμήμα της Μέσης Ανατολής, ενώ σήμερα μόνο στο Ιράν και σε περιοχές του Ισραήλ που έχει επανεισαχθεί από το 1996. Είχε ακόμα εισαχθεί στην Κύπρο πριν από 10.οοο χρόνια και αφού για 6 χιλιετίες αποτελούσε το βασικό κρέας (70%) που καταναλώνονταν στο νησί, εξαφανίστηκε τελικά τον 15° αιώνα. EN Θεωρείται πως είναι ξεχωριστό είδος
D. (d.) dama Μικρά Ασία, Ευρώπη και οι άλλες περιοχές εισαγωγής LC

(σημ: με έντονα γράμματα τα υποείδη που απαντούν στον ελλαδικό χώρο)

Μορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πλατώνι είναι ένα μεσαίου μεγέθους ελάφι. Την εποχή (και κυρίως στη μέση) του χειμώνα η ράχη του ζώου, ο λαιμός και τα αυτιά του έχουν χρώμα σκούρο γκρι μέχρι γκριζοκάστανο. Το τρίχωμα στα κάτω μέρη και στο εσωτερικό της γάμπας είναι γκρίζο προς το κόκκινο. Χαρακτηριστικές είναι οι άσπρες βούλες που είναι διάσπαρτες κυρίως στο πάνω μέρος (ράχη, πλάτη και καπούλια) του σώματός τους, που χρησιμεύουν κυρίως για το καμουφλάζ των ζώων. Έχει σχετικά μεγάλα και λεπτά πόδια με μάλλον κοντό κεφάλι, προεξέχοντα λάρυγκα και χοντρό αυχένα (σβέρκο). Τα αρσενικά ξεχωρίζουν από τη μεγάλη λειτουργική ακροποσθία, με τη χαρακτηριστικά προεξέχουσα τούφα που καλύπτει τους γεννητικούς αδένες[25].

Δομή κεράτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα κέρατα που υπάρχουν μόνο στα αρσενικά είναι στρογγυλά στις ρίζες, ανοίγουν και πλαταίνουν πιο πάνω και καταλήγουν σχηματίζοντας χαρακτηριστικές μύτες. Μετά από μία πορεία κάθετη προς τη βάση ανεβαίνουν και λυγίζουν προς τα πίσω. Είναι χαρακτηριστικά και διαφέρουν από τα κέρατα όλων των άλλων ελαφιών, επειδή είναι παλαμοειδή. Σχεδόν πάντα είναι διαφορετικά, ανάλογα με την ηλικία του ζώου, και ως προς την ιδιαιτερότητα και ως προς τη συμμετρία τους. Τα κέρατα του πλατονιού, πέφτουν κάθε χρόνο τον Μάιο και ξαναφυτρώνουν σιγά-σιγά και είναι πλήρως ανεπτυγμένα τον Σεπτέμβριο. Για κάθε χρόνο ηλικίας του ελαφιού, προστίθεται στα καινούργια κέρατα και μία μύτη στο πλατύκερο τμήμα.

Ηθολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κοπάδι πλατωνιών στην Αγγλία

Τα ώριμα αρσενικά ζουν συχνά μόνα τους ή το πολύ με παρέα 3-4 ζώων. Όσο μεγαλώνουν τους αρέσει περισσότερο η μοναξιά. Τα μικρά αρσενικά μαζί με τα θηλυκά και τα νεογέννητα μένουν ενωμένα σε κοπάδια. Γύρω στον Οκτώβριο εμφανίζονται τα ώριμα αρσενικά στο κοπάδι διώχνοντας τα νεαρά αρσενικά, τα οποία όμως δεν απομακρύνονται σε μεγάλες αποστάσεις αλλά τριγυρνούν γύρω από το κοπάδι των θηλυκών[25].

Αναπαραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διέγερση των αρσενικών που ακολουθεί αυτήν την εποχή, που είναι η αναπαραγωγική περίοδος, είναι πολύ μεγάλη. Συχνά παλεύουν μεταξύ τους για ώρες, για την κατάκτηση των θηλυκών και την απασχόλησή τους αυτή εκμεταλλεύονται τα μικρά διωχθέντα αρσενικά. Την εποχή αυτή τα αρσενικά γίνονται πολύ απρόσεχτα και μένουν πολλές φορές εκτεθειμένα στους ευτυχώς λίγους, ασυνείδητους λαθροθήρες. Η εγκυμοσύνη των θηλυκών κρατάει οκτώ μήνες οπότε γεννούν γύρω στον Ιούλιο ένα με δύο μικρά[25].

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Dama dama (Fallow Deer, Mesopotamian Fallow Deer, Persian Fallow Deer)». www.iucnredlist.org. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2016. 
  2. Masseti, M.; Mertzanidou, D. (2008). "Dama dama". IUCN Red List of Threatened Species. 2008: e.T42188A10656554. doi:10.2305/IUCN.UK.2008.RLTS.T42188A10656554.en. Retrieved 19 November 2021.
  3. Arslangündoğdu, Zeynel; Kasparek, Max; Sarbaçak, Halil; Kaçar, M. Süleyman; Yöntem, Osman; Şahin, M. Tuğrul (2010-01-01). «Development of the population of the European Fallow Deer, Dama dama dama (Linnaeus, 1758), in Turkey». Zoology in the Middle East 49 (1): 3–12. doi:10.1080/09397140.2010.10638383. ISSN 0939-7140. https://doi.org/10.1080/09397140.2010.10638383. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 Yiannouli E. & Trantalidou K. 1999: The fallow deer (Dama dama Linnaeus, 1758): Archaeological presence and representation in Greece. The Holocene History of the European Vertebrate Fauna. Modern Aspects of Research. Workshop, 6th to 9nth April 1998, Berlin: 247-281.
  5. 5,0 5,1 5,2 Trantalidou K. 2002: The Rhodian fallow deer. Game and trophy since prehistoric times, M. Μasseti (ed.), Island of deer. Natural history of the fallow deer of Rhodes and the vertebrates of the Dodecanese (Greece), Rhodes, Prefecture of Rhodes, 159-164.
  6. Dermitzakis M.D. & P.Y. Sondaar 1985: The Quaternary Fossil Mammals from North-eastern of Kerkyra (Corfu) Island (Ionian Sea, Greece). Rapports et Proces-Verbaux des Reunions Commission Internationale pour l'Exploration Scientifique de la Mer Mediterranee Monaco 292: 155-156.
  7. Tournefort, J.P. 1717: Relation d’un Voyage du Levant, fait par ordre du Roy. Contenant l’histoire ancienne & moderne de plusieurs Isles de l’Archipel, de Constantinople, des côtes de la Mer Noire, de l’Armenie, de la Georgie, des frontières de Perse & de l’Asie Mineure. Avec les plans des villes & des lieux considérables; Les Plans des Villes & des Lieux conſiderables; le Genie, les Mæurs, le Commerce & la Religion des differens Peuples qui les habitent; Et l'Explication des Médailles & des Monumens Antiques. Enrichie de Descriptions & de Figures d'un grand nombre de Plantes rares, de divers Animaux; Et de plusieurs Observations touchant l'Histoire Naturelle. Amsterdam 604p.
  8. Belon, P. 1555: Les observations de plusieurs singularitez et choses memorables, trouvées en Grece, Asie, Iudée, Egypte, Arabie, et autres pays estranges.
  9. Von Wettstein, O. 1941: Die Säugerwelt der Ägäis, nebst einer Revision des Rassenkreises von Erinaceus europaeus. Annalen des Naturhistorischen Museums in Wien 52: 245-278.
  10. Μπάου Ν. 1872 Παληά κυνήγια στην Αθήνα, Αναδρομή στα περασμένα.
  11. Μπάου, Ν. 1952: Ο λήσταρχος. Κυνηγετικά Νέα 247(9): 333-334.
  12. Sforza, C. 1948: Jugoslavia: storia e ricordi.
  13. Sidiropoulos, Polymeni, & Legakis (2016). The evolution of Greek fauna since classical times. The Historical Review/La Revue Historique, 13, 127-146.
  14. Μιγκλή Δ. 2006 Οικολογία και ηθολογία ενός απομονωμένου πληθυσμού Πλατωνιών (Dama dana L.) στη νήσο Λήμνο. Μεταπτυχιακή ∆ιπλωματική Εργασία, ΑΠΘ. Θεσσαλονίκη. Σελ. 50.
  15. Bowen, G.F. 1852: Mount Athos, Thessaly, and Epirus: A Diary of a Journey from Constantinople to Corfu. London.
  16. Leak, W.M. 1835: Travels in Northern Greece. Vol. III. London 620p.
  17. Boev Z. 2016: Subfossil Vertebrate Fauna from Forum Serdica (Sofia, Bulgaria), 16-18th Century A.D. Acta zool. bulg., 68(3): 415-424.
  18. Ünal Y. & Çulhacı H. 2018: Investigation of fallow deer (Cervus dama L.) population densities by camera trap method in Antalya Düzlerçamı Eşenadası Breeding Station. Turkish Journal of Forestry 19(1): 57-62.
  19. Arslangündoğdu Z., Kasparek M., Sarıbaşak H., Kaçar M.S., Yöntem O. & Şahin M.T. 2010: Development of the population of the European Fallow Deer, Dama dama dama (Linnaeus, 1758), in Turkey. Zoology in the Middle East 49(1): 3-12.
  20. Best, J.J. 1842: Excursions in Albania; Compromising a Description of the Wild Boar, Deer and Woodcock shooting in that country.
  21. Masseti, M.; Mertzanidou, D. (2008). "Dama dama". IUCN Red List of Threatened Species. 2008: e.T42188A10656554. doi:10.2305/IUCN.UK.2008.RLTS.T42188A10656554.en. Retrieved 19 November 2021.
  22. Masseti, M; Cavallaro, A.; Pecchioli, E.; Vernesi, C. (2006-11-11), «Artificial Occurrence of the Fallow Deer, Dama dama dama (L., 1758), on the Island of Rhodes (Greece): Insight from mtDNA Analysis», Human Evolution 21 (2): 167–175, doi:10.1007/s11598-006-9014-9 
  23. «Rhodian Deer Statues in Rhodes, Greece». GPSmyCity (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 6 Ιουλίου 2022. 
  24. Long, J. L. (2003). Introduced Mammals of the World: Their History, Distribution and Influence (Cabi Publishing) (ISBN 9780643067141).
  25. 25,0 25,1 25,2 «elafi». users.otenet.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2016. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εγκυκλοπαίδεια: Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, τόμος 45, σελίδα 408.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]